Μονρόε, Μέριλιν

Μονρόε, Μέριλιν
(Marilyn Monroe, Λος Άντζελες 1926 – 1962). Καλλιτεχνικό ψευδώνυμο της Αμερικανίδας ηθοποιού του κινηματογράφου Νόρμα Τζιν Μπέικερ (Norma Jean Baker). Πολύ νέα ακόμα έγινε γνωστή όταν φωτογραφήθηκε για ένα διαφημιστικό ημερολόγιο και έπαιξε μερικούς ασήμαντους ρόλους σε ταινίες. Μια σύντομη εμφάνιση της όμως στην ταινία Ζούγκλα της ασφάλτου (1950) του Τζον Χιούστον προκάλεσε την προσοχή των παραγωγών, που της εμπιστεύτηκαν ρόλους πιο σημαντικούς και που με το Νιαγάρας (Niagara, 1953) του Χένρι Χάθαγουεϊ την επέβαλαν οριστικά στο κοινό. Ευαίσθητη και αυθόρμητη στο παίξιμό της, η Μ. δημιούργησε τον χυμώδη τύπο μιας πολύ ωραίας γυναίκας, όλο ένστικτο και φυσικότητα, και τον ερμήνευσε με τεράστια επιτυχία σε μια σειρά αισθηματικών κωμωδιών, όπως π.χ. Εφτά χρόνια φαγούρα (1955) και Μερικοί το προτιμούν καυτό (1959) του Μπίλι Γουάιλντερ. Προικισμένη με ικανότητες ηθοποιίας, αντιμετώπισε με σοβαρότητα και ευφυΐα ακόμα και δραματικούς ρόλους, όπως π.χ. Στάση λεωφορείου (1956) του Τζόζουα Λόγκαν και Οι αταίριαστοι (1961) του Τζον Χιούστον. Το 1956 είχε παντρευτεί τον θεατρικό συγγραφέα Άρθουρ Μίλερ. Η Αμερικανίδα ηθοποιός Μέριλιν Μονρόε αποτελεί ακόμα και σήμερα σύμβολο θηλυκότητας και αισθησιασμού.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • ηθοποιός — Εκείνος που ερμηνεύει ή αυτοσχεδιάζει μια θεατρική δράση όπου υποδύεται ένα πρόσωπο. Ερμηνευτής είναι ο η. που χρησιμοποιεί τα λόγια άλλων, δηλαδή ενός γραπτού κειμένου που έχει αυτόνομη λογοτεχνική αξία· αυτοσχεδιαστής είναι ο η. που παραμερίζει …   Dictionary of Greek

  • Γουόρχολ, Άντι — (Andy Warhol, Φόρεστ Σίτι, Πενσιλβάνια 1928 – 1987). Καλλιτεχνικό ψευδώνυμο του πολωνικής καταγωγής Αμερικανού ζωγράφου και σκηνοθέτη του κινηματογράφου Άντριου Γουορχόλα (AndrewWarhola). Ο Γ. σπούδασε στο ινστιτούτο τεχνολογίας του Κάρνεγκι. Το… …   Dictionary of Greek

  • Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής — Επίσημη ονομασία: Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής Συντομευμένη ονομασία: ΗΠΑ (USA) Έκταση: 9.629.091 τ. χλμ Πληθυσμός: 278.058.881 κάτ. (2001) Πρωτεύουσα: Ουάσινγκτον (6.068.996 κάτ. το 2002)Κράτος της Βόρειας Αμερικής. Συνορεύει στα Β με τον… …   Dictionary of Greek

  • Κέρτις, Τόνι — (Tony Curtis, Μπρονξ 1925 –). Καλλιτεχνικό ψευδώνυμο του Αμερικανού ηθοποιού και παραγωγού του κινηματογράφου Μπέρναρντ Σβαρτς (Bernard Schwartz). Σπούδασε υποκριτική στο πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης. Αποτελώντας μια αντιπροσωπευτική φιγούρα γόη… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”